Tον αγαπούσε και την αγαπούσε
Με τα φιλιά του ρουφούσε ολόκληρο το παρελθόν και το μέλλον της, ή τουλάχιστον προσπαθούσε.
Τέτοιας λογής ήταν η όρεξή του
Τον δάγκωνε τον μασουλούσε τον ρούφαγε
Τον ήθελε ολόκληρο μέσα της
Ασφαλή και σίγουρο για πάντα
Οι μικρές κραυγές τους φτερούγιζαν στις κουρτίνες
Τα μάτια της δεν ήθελαν ν' αφήσουν τίποτα να ξεφύγει
Τα βλέμματά της κάρφωναν τα χέρια του, τους καρπούς του, τους αγκώνες του
Τη γράπωσε δυνατά έτσι ώστε η ζωή
Να μην μπορέσει να την αρπάξει από αυτή τη στιγμή
Ηθελε όλο το μέλλον να πάψει
Ηθελε να ρίξει τα μπράτσα του γύρω της
Και να πετάξουν πέρα από την όχθη της στιγμής αυτής
Στο τίποτα ή στην αιωνιότητα ή σε ό,τι τελοσπάντων υπάρχει.
Το αγκάλιασμά της ήταν μια τεράστια προσπάθεια
Να τον αποτυπώσει στα κόκκαλά της
Το χαμόγελό του η σοφίτα ενός νεραϊδένιου παλατιού
Οπου ο αληθινός κόσμος δεν θα έμπαινε ποτέ
Το χαμόγελό της δάγκωμα αράχνης
Να τον κρατήσει ακίνητο μέχρι να νιώσει πείνα
Τα λόγια του στρατός κατοχής
Το γέλιο της δολοφονική απόπειρα
Η μορφή του βόλι, στιλέτο εκδίκησης
Το βλέμμα της φάντασμα στη γωνία με φρικτά μυστικά
Το ψιθύρισμά του μαστίγιο και δερμάτινη μπότα
Τα φιλιά της δικηγόροι που γράφουν ακατάπαυστα
Τα χάδια του τα στερνά δολώματα ενός ναυαγού
Τα χάδια της τριγμοί από κλειδωνιές
Και οι βαθιές κραυγές τους να έρπουν στο πάτωμα
Σαν ένα ζώο που σέρνει μια μεγάλη παγίδα
Οι υποσχέσεις του χειρουργική μάσκα
Οι υποσχέσεις της αφαίρεσαν την κορυφή του κρανίου του
Για να φτιάξει απ' αυτό ένα κόσμημα.
Οι όρκοι του εξόριξαν τους τένοντές της
Για να της δείξει πώς φτιάχνουν έναν ερωτικό κόμπο.
Οι όρκοι της έβαλαν τα μάτια του στη φορμόλη
Στο πίσω μέρος του κρυφού της συρταριού.
Τα ουρλιαχτά τους κολλούσαν στον τοίχο.
Τα κεφάλια τους χωρίστηκαν στον ύπνο σαν τα δύο μισά
Ενός πεπονιού, αλλά είναι δύσκολο να σταματήσει ο έρωτας
Στον περιελισσόμενο ύπνο τους αντάλλαξαν χέρια και πόδια
Στα όνειρά τους πήραν ο ένας τον άλλο όμηρο
Το πρωί φορούσαν ο ένας το πρόσωπο του άλλου
Ted Hughes
(από τη συλλογή "Crow", 1970)
No comments:
Post a Comment