May 3, 2013

Ο ταξιδιώτης και η μαργαρίτα ...

Μεσάνυχτα... Στον ουρανό τον ήσυχο, το βαθυσκότεινο, θαμποσβήνουν δειλά, αχνόφωτα τα αστέρια σ’ άπειρους μαγευτικούς συνδυασμούς, αμέτρητες εξωτικές, παραμυθένιες ζωγραφιές. Αστέρια πολλά. Μυριάδες αστέρια. Φαναράκια χρυσαφιά, που, με τις τοσοδούλικες τους λάμψεις, ζωγραφίζουν στα μενεξεδένια βελούδα γαλέρες, γιρλάντες, άτια και κάστρα και θεριά παράξενα.Εκεί ψηλά, στων αστεριών τον κόσμο που η χλωμόχρυση σελήνη βασιλεύει, πλανιόταν κάποτε συντροφικά τρία άστρα μικρά, αδέλφια αγαπημένα. Το πρώτο το ‘λεγαν Αυγερινό, τα’ άλλο Αστραφτερή και το τρίτο το τελευταίο, που ‘χε την πιο γλυκόθωρη λάμψη απ’ όλα τ’ άλλα αστέρια που το στερέωμα στολίζουν, το ‘λεγαν «Καμάρι τ’ Ουρανού». Ανέμελα έπαιζαν κρυφτό στα πουπουλένια νέφη, κυνηγητό με τις φεγγαραχτίδες, που γλιστρούσαν γοργά, γνέφανε γελαστά, χάνονταν και ξέφευγαν στ’ απλόχωρα ουράνια χαρωπές. Ώσπου κουράστηκε κάποια νυχτιά το Καμάρι τ’ Ουρανού με τ’ αδέλφια του αντάμα. Απόκαμε να παίξει. Βαρέθηκε να θαυμάζει το φεγγάρι εκστατικά. Πεθύμησε σ’ άλλους κόσμους, κόσμους πρωτόγνωρους, αλαργινούς, να ταξιδέψει. Δεν το χώραγε ο ουρανός, άχαρος και πληχτικός του φαινότανε ο γαλαξίας. - Μη φεύγεις! παρακάλεσε η Αστραφτερή. - Μη μας αφήνεις! κλάφτηκε ο Αυγερινός. Μα το ‘χε πάρει απόφαση το Καμάρι τ’ Ουρανού. Υπόσχεση του έδωσε πως θα γυρνούσε σίγουρα, προτού η ροδόλουστη αυγούλα ξεπροβάλει, και, μ’ ένα σάλτο ανάλαφρο, αποχαιρέτησε τους συντρόφους του και τις ουράνιες στράτες. Άρχισε να γλιστρά γοργά στο διάφανο διάστημα, νιώθοντας έναν ίλιγγο μεθυστικό, ίλιγγο που τ’ ανατρίχιαζε, του έκοβε την ανάσα. Ένα τράνταγμα, μια μαρμαρυγή, κι έπεσε το Καμάρι τ’ Ουρανού στη Γή! Όταν συνήλθε απ’ την παραζάλη, έφερε το βλέμμα γύρωθε του. Είχε βυθιστεί σ’ ένα λιβάδι άγνωστο και σκοτεινό, κι η αχνή του ανάσα φανέρωνε μια ύπαρξη μαγευτική, εκεί κοντά του. Πλάι του ακριβώς, στην άκρη μίσχου λεπτού, φύτρωνε ένας ήλιος τοσοδούλης, στεφανωμένος πάλλευκες αχτίδες. - Ποιος είσαι; μίλησε η μαργαρίτα πρώτη. - Ένας ταξιδιώτης από το γαλαξία. Εσύ; - Λουλούδι. Δεν έχεις ξαναδεί; - Όχι. Από πού έπεσες εδώ; - Δεν έπεσα. Εδώ έτυχε ν’ αναστηθώ, εδώ, σ’ ένα λιβάδι μυστικό, να ρουφώ από τη γή πικρούς χυμούς και να προσμένω… Δε χόρταινε να την κοιτά, να θαυμάζει το φλουράτο κεφαλάκι με τα χαριτωμένα πέταλα, τον ντελικάτο μίσχο της τον τρυφερό. Απόμειναν για λίγο σιωπηλοί. Μόνο τ’ αργοθρόισμα ακουγόταν. Ύστερα, σιγανή άκουσε τη φωνή της: Έψαχνες να με βρείς; Έτσι θαρρώ! Είχε σκήψει πλάι του. Πολύ κοντά του. Ένιωσε το άρωμα της. Ένα της πέταλο άγγιξε μια χρυσαφιά του ακίδα. Ρίγησαν. Μια άλικη σπίθα ελαμψε ανάμεσα τους, κι η ψυχή του ξενιτεμένου αστεριού πλημμύρισε λατρεία τρυφερή για την μαργαρίτα την χλωμή, που ‘γερνε πλάι του σιγοτρέμοντας, απ’ τη φεγγοβολιά του θαμπωμένη. Κι εκείνη η κρυσταλλένια νύχτα ήταν μεγάλη, ατέλειωτη, με ώρες μεθυστικές, αμέτρητες, στιγμές μαγευτικές, ολόδικες τους. Το βαθυσκότεινο λιβάδι κοιμόταν απέραντο, ανασαλεύοντας νωχελικά στη μυρωμένη αύρα.Ξάφνου, μια σκιά πέρασε σαν αστραπή απ’ το λιβάδι, και προτού καλά καλά φανεί, την κατάπιε πάλι το σκοτάδι. Το αστέρι ένιωσε μια σαΐτα να κεντά τα’ ασημένια του τα φυλλοκάρδια, και την ίδια τη στιγμή ζήλια μαρτυρική στην ψυχή του να φουντώνει! Όσο ένιωθε την καλή του αγγελικά να το θωρεί, αμφιβολία βασανιστική το τυραννούσε, ζήλια για κάθε χορτάρι του απέραντου αγρού, για κάθε κρυφή της μαργαρίτας σκέψη… Βαθιά την αγαπούσε. Κι εκείνη το ίδιο άραγε; Αν καμωνόταν; Αν κάποιο άλλο αστέρι πρόσμενε; Αν πεταλούδες πλουμιστέςονειρευόταν; Αν ταξίδευε κι αυτή στα όνειρά της; Πως θα σιγουρευόταν; Πως θα μάθαινε τα μυστικά της; Πως; Τέτοια συλλογιζόταν, όταν τράβηξε με δύναμη ένα πέταλο χιονάτο. - Μ’ αγαπά, μουρμούρισε όπως τ’ άφηνε να πέσει. Έπειταδισταχτικά τράβηξε ακόμα ένα. - Δεν μ’ αγαπά, ψέλλισε βραχνά. - Μη! στέναξε η μαργαρίτα τρέμοντας από πόνο γλυκό, παράπονο, απορία. Μα μες στη μέθη του τα’ αστέρι, πως θα μάθαινε, όπου να ‘ναι την αλήθεια, δεν έδωσε στο μαρτύριο της σημασία. - Μ’ αγαπά: γέλαγε τρισευτυχισμένο. - Δε μ’ αγαπά! θρηνούσε σκυθρωπό. Κι ασυλλόγιστα μαδούσε ολοένα τα πέταλα της τα χιονάτα, ένα ένα. - Γιατί; ψιθύριζε τ’ άδολο ανθάκι λαβωμένο. Μα τ’ αστέρι δεν την άκουγε, στον οίστρο του παραδομένο. - Μ’ αγαπά! - Δε μ’ αγαπά! Πονούσε η μαργαρίτα. Πονούσε πολύ. Με κάθε πέταλο απαλό έφευγε και μια πνοή. Ώσπου τράβηξε το στερνό της πέταλο τ’ αστέρι. - Μ’ αγαπά! φώναξε χαρούμενο. Κι ο αντίλαλος του γύρισε θλιμμένος πίσω. Σταμάτησε, σκέφτηκε. Είδε την μαργαρίτα να σκιρτά όλο παράπονο, να ξεψυχά εκεί, στης λάμψης του την αχνόφωτη αγκαλιά. Έγειρε αργά αργά, άγγιξε τη χλόη. Της αύρας η πνοή πήρε τα πέταλα, τα σκόρπισε τριγύρω. Ύστερα, τίποτ’ άλλο πια. Μόνο σκοτάδι. Κι ολόγυρα, σκούρα, πυκνά χορτάρια απειλητικά. Τότε μόνο ένιωσε τι της είχε κάνει. Τρεμόπαιξε για μια στιγμή, στέναξε κι έπαψε ν’ ανασαίνει χρυσαφένιο φως. Άδικα πρόσμενε ο Αυγερινός. Άδικα τ’ αναζητούσε η Αστραφτερή.. γιατί δε γύρισε το Καμάρι τ’ Ουρανού, όπως είχε υποσχεθεί; Την άλλη μέρα, όταν ροδόλουστη η αυγή απ’ της ανατολής τ’ ασημογάλαζα ξεπρόβαλε τα τούλια, σ’ απλόχωρο λιβάδι λιόχαδο, πνιγμένα μες στη δροσερή του αγκάλη, βρήκε μια μαδημένη μαργαρίτα κι ένα σβησμένο αστέρι βυθισμένα…

Ο ταξιδιώτης και η μαργαρίτα ... Tου Ευγένιου Τριβιζά

May 1, 2013

Lynyrd Skynyrd - Ready to Fly

Καλό μήνα να έχουμε !!

Mama called this morning, said
'Son won't you come back home?
I've been feelin' good but
I know it won't be long.'
Don't keep me waiting
I wanna touch your face again.
Ohh, what a good life it's been.

Chorus:
Now I'm ready to fly
I wanna see your daddy again.
I'm ready to fly
All my family and friends.
I know they're out there waiting
In a place beyond the sky.
Ohh, I'm ready to fly.

Hard times it's '69
The war was reachin' on.
That's the reason my daddy left
And never made it back home
It was tough for all of us
But mama smiled everyday
Ohh, it's so hard to hear her say.

Chorus:
Now I'm ready to fly
I wanna see your daddy again.
I'm ready to fly
All my family and friends.
I know they're out there waiting
In a place beyond the sky.
So, I'm ready to fly.

She made sure she'd never see her cry
But those tears on the pillow she couldn't hide

Chorus:
I'm ready to fly
I wanna see your daddy again.
I'm ready to fly
All my family and friends.
I know they're out they're waiting
In a place beyond the sky



April 29, 2013

> If you want to change the world love a man; really love him
> Choose the one whose soul calls to yours clearly who sees you; who is brave enough to be afraid
> Accept his hand and guide him gently to your hearts blood
> Where he can feel your warmth upon him and rest there
> And burn his heavy load in your fires
> Look into his eyes look deep within and see what lies dormant or awake or shy or expectant there
> Look into his eyes and see there his fathers and grandfathers and all the wars and madness their spirits fought in some distant land, some distant time
> Look upon their pains and struggles and torments and guilt; without judgment
> And let it all go
> Feel into his ancestral burden
> And know that what he seeks is safe refuge in you
> Let him melt in your steady gaze
> And know that you need not mirror that rage
> Because you have a womb, a sweet, deep gateway to wash and renew old wounds
>
> If you want to change the world love a man, really love him
> Sit before him, in the full majesty of your woman in the breath of your vulnerability
> In the play of your child innocence in the depths of your death
> Flowering invitation, softly yielding, allowing his power as a man
> To step forward towards you…and swim in the Earth’s womb, in silent knowing, together
> And when he retreats…because he will…flees in fear to his cave…
> Gather your grandmothers around you…envelope in their wisdoms
> Hear their gentle shusshhhed whispers,
> calm your frightened girls’ heart
> Urging you to be still…and wait patiently for his return
> Sit and sing by his door, a song of remembrance,
> that he may be soothed, once more
>
> If you want to change the world, love a man, really love him
> Do not coax out his little boy
> With guiles and wiles and seduction and trickery
> Only to lure him…to a web of destruction
> To a place of chaos and hatred
> More terrible than any war fought by his brothers
> This is not feminine this is revenge
> This is the poison of the twisted lines
> Of the abuse of the ages, the rape of our world
> And this gives no power to woman it reduces her as she cuts off his balls
> And it kills us all
> And whether his mother held him or could not
> Show him the true mother now
> Hold him and guide him in your grace and your depth
> Smoldering in the center of the Earth’s core
> Do not punish him for his wounds that you think don’t meet your needs or criteria
> Cry for him sweet rivers
> Bleed it all back home
>
> If you want to change the world love a man, really love him
> Love him enough to be naked and free
> Love him enough to open your body and soul to the cycle of birth and of death
> And thank him for the opportunity
> As you dance together through the raging winds and silent woods
> Be brave enough to be fragile and let him drink in the soft, heady petals of your being
> Let him know he can hold you stand up and protect you
> Fall back into his arms and trust him to catch you
> Even if you’ve been dropped a thousand times before
> Teach him how to surrender by surrendering yourself
> And merge into the sweet nothing, of this worlds’ heart
>
> If you want to change the world, love a man, really love him
> Encourage him, feed him, allow him, hear him, hold him, heal him
> And you, in turn, will be nourished and supported and protected
> By strong arms and clear thoughts and focused arrows
> Because he can, if you let him, be all that you dream 

πηγη

April 28, 2013

Στήθος


Το σταχτί δεν θα ζήσει
άλλο δε θα τυραννήσει το φως
εκείνο που γεννιόταν απ’τη σκιά του Νάρκισσου…

αν ήσουν ένα κατάλευκο ρόδο
θα σε αρνιόμουν

Το σκοτάδι θα εκλείψει
ο Περσέας βγήκε απ’το κατώφλι του νου
και η Μέδουσα κοιτάζει τον εαυτό της
και αφανίζεται

αν ήσουν ένας απόμακρος κρίνος
θα σε αγνοούσα

Το αγόρι εισέρχεται στο Ναό
με το δεξί του χέρι λαβωμένο
έχει δυο μάτια άπληστα
και ένα σκισμένο τετράδιο ποιημάτων
στον κόρφο του
και του σιγοτρώει την καρδιά
κάθε μέρα

εδώ
στο βωμό θα το αφήσει
και θα επιστρέψει το αίμα του
στις φλέβες

αν ήσουν ένα κλεμμένο βλέμμα
θα σε εξόριζα
στο Νότιο σύνορό μου

είσαι ένας επαναστάτης ήλιος
και σε φιλοξενώ
στο στήθος

για να με καις…
Νimertis 

Jazz Music

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Popular Music