January 9, 2011

Kingdom Come - Twilight Cruiser

I can hear the silence, in the dark
Closing in the distance, to my heart.

Now and than a quick glance, at the stars,
Coming of a deep trance, peace at large

Like a soothing shelter over me
I have come to love her mystery

Making me surrender, letting go
Guiding me so tender, very slow


When the night is falling
I hear voices calling
Like an aimless shooter
I'm a Twilight Cruiser







Να κοιμάσαι....

Να κοιμάσαι
Με τον ήλιο στο ένα μάτι και με το φεγγάρι στο άλλο
Μ' έναν έρωτα στο στόμα κι ένα ωραίο πουλί μέσ' στα μαλλιά
Στολισμένη σαν τους κάμπους, σαν τα δάση, σαν τη θάλασσα
Στολισμένη και πεντάμορφη σαν το γύρο του κόσμου.

Να φεύγεις και να χάνεσαι
Μέσ' απ' τους κλώνους των καπνών και τους καρπούς του ανέμου
Πόδια πέτρινα με κάλτσες άμμου
Γερά πιασμένη από του ποταμού τους μυώνες

Και μιαν έγνοια, τη στερνή, στην καινούργια σου όψη επάνω.

January 8, 2011

Toto - I'll Be Over You

Some people live their dreams
Some people close their eyes
Some people's destiny
Passes by

There are no guarantees
There are no alibis
That's how our love must be
Don't ask why

It takes some time
God knows how long
I know that I can forget you

As soon as my heart stops breakin'
Anticipating
As soon as forever is through
I'll be over you

Remembering times gone by
Promises we once made
What are the reasons why
Nothing stays the same

There were the nights holding you close
Someday I'll try to forget them
Someday I'll be over you



Η ΤΕΧΝΗ…

Τους προβολείς στήσε
άπλετο φως στη ράμπα να πέφτει

Η δράση να κυλάει
να παρασέρνεται στη δίνη

Η τέχνη δεν πρέπει ν’ αντανακλά
σαν τον καθρέφτη
μα σαν φακός να μεγεθύνεi!


Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι

Χρήστος Θηβαίος - Ημερολόγιο

Τόσα χρόνια μες τους χάρτες μου σε ψάχνω
κι ας μην έσκυψες ποτέ στο μέτωπό μου με τα δυο σου χείλη
ν' αφήσεις μια ανάσα στη ζωή μου

Κι αν η προσευχή μου οινόπνευμα μυρίζει καπνό και πυρετό
Στο γυάλινο το κύμα τ' όνομά σου
Φωνάζω να καθρεφτιστεί η φωνή μου

Και στην όχθη που χτενίζεσαι ακουστεί σαν αλμυρό
Τραγούδι που σου φέρνει ερωτευμένο το νερό
Και στο διάβολο πουλάω την ψυχή μου εγώ για να βρεθώ
Απόψε τυλιγμένος στου κορμιού σου το βυθό

Κάπου η νύχτα μεσοπέλαγα κρεμιέται στην αγχόνη τ' ουρανού
Κι ο δαίμονας καβάλα στο σκοτάδι αρπάζει τη μετέωρη ευχή μου
Και σαν άστρο καυτερό προς το νησί σου τα λόγια μου πετάει
Πληγώνοντας τα βράχια και την άμμο
Στη χτένα σου καρφώνει την ψυχή μου

Και σταγόνα τη σταγόνα κυλάω εγώ σαν αλμυρό
Νερό στους ώμους και στον ακριβό σου το λαιμό
Κι ας το ξέρω πως του λόγου του στην ανεμόσκαλα εκεί
Με περιμένει για να μου λιμάρει το σκοινί

Πάνε χρόνια που αντίκρυ αναβοσβήνουν τα φώτα κάποιας γης
Τα φώτα κάποιας ξεχασμένης νήσου
που λεν είν' οι κορφές του παραδείσου
Μα το ξέρω είναι της θάλασσας τα μάγια δεν υπάρχει αυτή η στεριά
μιας και κανείς ποτέ του εκεί δεν πήγε
γι' αυτό σφιχτά κρατιέμαι στο κορμί σου

Και μπροστά απ' τους κολασμένους περνάω εγώ σα μια σκιά
Που σεργιανάει στον Άδη τη δικιά σου μυρωδιά
Κι είναι λέω ο παράδεισος για μας αγάπη μου μικρή
Να μοιραζόμαστε τούτη την κόλαση μαζί



January 7, 2011

Love - Alone Again Or

id it's all right
I won't forget
All the times I've waited patiently for you
And you'll do just what you choose to do
And I will be alone again tonight my dear


Yeah, I heard a funny thing
Somebody said to me
You know that I could be in love with almost everyone
I think that people are
The greatest fun
And I will be alone again tonight my dear





January 6, 2011

Silent Cry remembrance

Souls that bloom all of my being
and shines as it pours out my remembrance
Supreme silence
Listening to the swans songs,
in a deep sleep Into within I long to dream,
every night
By the moonlight that reflects, deep inside of me
all of magestic agony, that moves me
I lose myself inside its eyes sweet tears
Oh, sadness spread upon me
The sprout of poems
that speak of you





Claude Chalhoub

δε χρειαζονται στιχους ολες οι μουσικες.υπαρχουν κομματια σαν κι αυτο που εικονες πεταγονται απο καθε νοτα που ακουγεται.....














January 5, 2011

Περιμένοντας το βράδυ

Δεν ξέρω πώς, δεν ξέρω πού, δεν ξέρω πότε, όμως τα βραδιά
κάποιος κλαίει πίσω από την πόρτα
κι η μουσική είναι φίλη μας – και συχνά μέσα στον ύπνο
ακούμε τα βήματα παλιών πνιγμένων ή περνούν μες
στον καθρέφτη πρόσωπα
που τα είδαμε κάποτε σ’ ένα δρόμο η ένα παράθυρο
και ξανάρχονται επίμονα
σαν ένα άρωμα απ’ τη νιότη μας – το μέλλον είναι άγνωστο
το παρελθόν ένα αίνιγμα
η στιγμή βιαστική κι ανεξήγητη.
Οι ταξιδιώτες χάθηκαν στο βάθος
άλλους τους κράτησε για πάντα το φεγγάρι
οι καγκελόπορτες το βράδυ ανοίγουνε μ’ ένα λυγμό
οι ταχυδρόμοι ξέχασαν το δρόμο
κι η εξήγηση θα ‘ρθει κάποτε
όταν δεν θα χρειάζεται πια καμία εξήγηση
Α, πόσα ρόδα στο ηλιοβασίλεμα – τι έρωτες Θέε μου, τι ηδονές
τι όνειρα,
ας πάμε τώρα να εξαγνιστούμε μες στη λησμονιά.

January 4, 2011

Pain Of Salvation - Road Salt

This time I’ll try not to get hurt
This time I’ll stay, untouched the pain and dirt
This time I’ll stick to what I’ve learned
This time I’ll fly so low I won’t get burnt
Maybe it’s not enough
Maybe this time it’s just too much
Maybe I’m not that tough
Maybe this time the road is just too rough
Walk down, so I sit down, mmh…
I’ve walked this road so many years
I’ve worn down all my boots, I’ve cried all tears
So many crossroads left behind
So many choices burned into my mind
Maybe it’s not enough
Maybe this time it’s just too much
Maybe I’m not that tough
Maybe this time the road is just too rough
To take me home
To take me home
To take me home
To take me home
But I walk on


January 3, 2011

Κάστρα στον αέρα

Μια φορά κι ένα καιρό ζούσε στην Ινδία ένας Βραχμάνος που δε δούλευε, και το μόνο που έκανε ήταν να κτίζει κάστρα στον αέρα. Κάποια μέρα, η μάνα του τον τιμώρησε, επειδή, λέει, ξόδευε άδικα το χρόνο του και τον έπεισε να βρει δουλειά. Ευτυχώς, ένιωθε κι ο ίδιος αηδιασμένος με τον εαυτό του, κι έτσι άκουσε τη συμβουλή της. Αλλά, το θέμα ήταν, ποιο επάγγελμα θα μπορούσε να ακολουθήσει. Δεν είχε τις γνώσεις ενός ιερέα, ήταν πολύ αδύνατος σωματικά για να γίνει στρατιώτης και, αφού ήταν Βραχμάνος, δε θα μπορούσε να δουλέψει σαν υπηρέτης. Έτσι αποφάσισε να γίνει επιχειρηματίας.
“Τι θα ήθελες να πουλάς;” τον ρώτησε η μητέρα του. Εισηγήθηκε διάφορα πράγματα: σπόρια, ρούχα, φαγητά. Αλλά αυτός απέριψε όλες τις εισηγήσεις και της είπε ότι θα ήθελε να πουλά λαμπερά κόκκινά βραχιόλια και πήλινα δοχεία όμορφα σχεδιασμένα.
Η μητέρα του τού έδωσε τα λεφτά για να επενδύσει στην επιχείρηση. Αγόρασε ένα μεγάλο καλάθι γεμάτο γυαλικά και κάθισε στην πλατεία της αγοράς περιμένοντας τον ερχομό των πελατών.
Καθώς τα μεταξένια χρώματα της πραμάτειας του ζωντάνευαν όμορφα όταν ο ήλιος έπαιζε μαζί τους, οι αντανακλώμενες αχτίδες παρέσυραν τις σκέψεις του πέρα από τον ουρανό, πολύ πολύ ψηλά. “Θα πουλήσω αυτά τα πράγματα με κέρδος δέκα τοις εκατό, σήμερα,” σκέφτηκε. “Μ’ αυτά τα λεφτά, θα αγοράσω ψεύτικα μαργαριτάρια τα οποία θα πουλήσω για αληθινά. Σίγουρα θα κερδίσω εκατό ρούπιες μ’ αυτό τον τρόπο. Μ’ αυτά τα λεφτά, θα αγοράσω μερικές κατσίκες. Θα γεννούν κάθε έξι μήνες, και έτσι σύντομα θα έχω ένα ολόκληρο κοπάδι. Με τις κατσίκες, θα αγοράσω αγελάδες. Μετά, με το που θα αποκτήσω μοσχάρια, θα τα πουλήσω και θα αγοράσω βουβάλια σ’ αντάλλαγμα. Με το κέρδος από την πώληση των βουβαλιών, θα αγοράσω φοράδες. Όταν αυτές γεννήσουν πουλάρια, θα αποκτήσω πολλά άλογα. Θα τα πουλήσω και θα πάρω άφθονο χρυσάφι. Με το χρυσάφι αυτό θα κτίσω ένα κάστρο στην κορυφή του βουνού, περιτριγυρισμένο από αμπέλωνες. Ο Μαχαραγιάς τουΧαστιναπούρα θα ακούσει γι’ αυτό και θα μου προσφέρει το χέρι της κόρης του, Καουσαλία, με μια μεγάλη προίκα. Θα δεχτώ να την παντρευτώ και θα αποκτήσω ένα γιο απ’ αυτή. Όταν το αγόρι θα είναι αρκετά μεγάλο ώστε να χοροπηδά πάνω στα πόδια μου, θα καθήσω στην αυλή του παλατιού μου και θα του γνέψω να έρθει να παίξει μαζί μου. Σε λίγο θα εκνευριστώ από τις ζαβολιές του και θα τον κακομεταχειριστώ και θα τον επιπλήξω. Θα αρχίσει να κλαψουρίζει και θα φωνάξω στη γυναικά μου να έρθει να τον πάρει. Θα είναι απασχολημένη με τις δουλειές του σπιτιού, κι έτσι θα πάω κοντά της και θα της δώσω μια τόσο δυνατή κλωτσιά που τα κόκαλά της δε θα γνωρίσουν ποτέ ξανά την ανάπαψη.”
Η δύναμη και η βιαιότητα αυτού του συναισθήματος μετέτρεψε την σκέψη του ονειροπολήματός του σε πράξη, και, ω, έδωσε μια τόσο οργισμένη κλωτσιά, που όλα τα γυάλινα και πήλινα προϊόντα που βρίσκονταν στο καλάθι του, έγιναν χίλια κομμάτια μπρος στα μάτια του.

ΝΙΚΟΛΑΣ ΑΣΙΜΟΣ

-Δεν έδωσα σε άλλον
τα κλειδιά
ούτε του σπιτιού μου
ούτε της καρδιάς μου.
Αρνήθηκες να τα πάρεις
Φοβήθηκες μήπως
σου ξεκλειδώσω
τη δική σου
καρδιά....

Jazz Music

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Popular Music